Ελλάδα - Τύπος — ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Πριν και κατά τη διάρκεια της Eπανάστασης του 1821 Η γέννηση του ελληνικού Τύπου συντελέστηκε ουσιαστικά στα τέλη του 18ου αιώνα στις περιοχές της ελληνικής διασποράς. Η οικονομική ευρωστία της… … Dictionary of Greek
εφημερίδα — Έντυπο που κυκλοφορεί κάθε μέρα ή σε αραιότερα χρονικά διαστήματα και περιέχει ειδήσεις, σχόλια και άλλο υλικό της επικαιρότητας. Στην ευρύτερη σημασία του ο όρος ε. χαρακτηρίζει κάθε τυπωμένο κείμενο, στο οποίο καταχωρούνται ειδήσεις που… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek
Efimeris — Titelseite der ersten Ausgabe von 1790 Die Ephemeris (griechisch Efimerís Ἐφημερίς „Zeitung“) war die älteste bekannte griechischsprachige Zeitung. Geschichte Nachdem Kaiser Joseph II. 1783 das Drucken griechischsprachiger Medien er … Deutsch Wikipedia
Ephemeris — Titelseite der ersten Ausgabe von 1790 Die Ephemeris (griechisch Efimerís Ἐφημερίς „Zeitung“) war die älteste bekannte griechischsprachige Zeitung. Geschichte Nachdem Kaiser Joseph II. 1783 das Drucken griechischsprachiger Medien erlaubt hatte,… … Deutsch Wikipedia
Ephimeris — Titelseite der ersten Ausgabe von 1790 Die Ephemeris (griechisch Efimerís Ἐφημερίς „Zeitung“) war die älteste bekannte griechischsprachige Zeitung. Geschichte Nachdem Kaiser Joseph II. 1783 das Drucken griechischsprachiger Medien er … Deutsch Wikipedia
λιθογραφία — Τεχνική αναπαραγωγής σχεδίων ή κειμένων σε φύλλα χαρτιού. Το σχέδιο εκτελείται με ειδική μελάνη ή λιπαρό μολύβι (λιθογραφικό μολύβι) στην επιφάνεια μίας παχιάς λειασμένης πλάκας από σκληρό και ομοιογενή ασβεστόλιθο. Οι βασικές μέθοδοι λ. είναι… … Dictionary of Greek
λιθογραφικός — ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον λιθογράφο ή στη λιθογραφία («λιθογραφικός ασβεστόλιθος») 2. το θηλ. ως ουσ. η λιθογραφική η τέχνη τού λιθογράφου, η λιθογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. lithographique < lithographie (βλ.… … Dictionary of Greek
Αλεξανδρίδης, Δημήτριος — (Τύρναβος περ. 1785 – Βιέννη 1851;). Γιατρός και φιλόλογος. Διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα από τον μεγαλύτερο αδελφό του Στέφανο, διάκο, τον αποκαλούμενο Δούνκα. Σπούδασε ιατρική στην Ιένα, όπου και έγινε αντεπιστέλλον μέλος της Εταιρείας… … Dictionary of Greek
Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… … Dictionary of Greek